Στα ύψη ο αριθμός των νέων καπνιστών
31 Μαΐου 2023Αν και ο γερμανικός αντικαπνιστικός νόμος τέθηκε για πρώτη φορά σε ισχύ ήδη το 2007, η Γερμανία δεν αποτελεί αντικαπνιστικό πρότυπο, σύμφωνα με τους ειδικούς. Ενώ στα ΜΜΜ ή στις δημόσιες υπηρεσίες δεν επιτρέπεται το κάπνισμα, πολλές χώρες τα καταφέρνουν καλύτερα από τη Γερμανία στον αγώνα κατά του καπνίσματος.
Οι Γερμανοί καταναλωτές μπορούν να προμηθευτούν τα προϊόντα καπνού σχεδόν παντού, σε σουπερμάρκετ, περίπτερα ή πρατήρια καυσίμων. Άλλες χώρες είναι ήδη πιο μπροστά στο συγκεκριμένο ζήτημα ή τουλάχιστον έχουν συγκεκριμένο σχέδιο για μια καθολική απαγόρευση πώλησης προϊόντων καπνού όπως στην Ολλανδία, όπου για παράδειγμα από το επόμενο έτος δεν θα επιτρέπεται η πώληση τσιγάρων και άλλων ειδών καπνού στα σουπερμάρκετ.
Η δημόσια συζήτηση για το κάπνισμα στη Γερμανία συνεχίζεται. Οι επικριτές θεωρούν ότι ο φόρος καπνού στη Γερμανία είναι πολύ χαμηλός. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αποκάλεσε μάλιστα τη Γερμανία ένα από τα «προβληματικά παιδιά» παγκοσμίως. Μόλις το 2022 τέθηκε σε ισχύ η σταδιακή αύξηση του φόρου καπνού, οπότε σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία ο αριθμός των φορολογουμένων τσιγάρων μειώθηκε κατά 8,3% φθάνοντας τα 65,8 δις τσιγάρα.
Οι στατιστικολόγοι αναφέρουν πως η αύξηση του φόρου καπνού μπορεί να είναι ένας λόγος της μείωσης αυτής, αλλά πολλοί ειδικοί στον τομέα υγείας δεν τον θεωρούν επαρκή επικαλούμενοι το παράδειγμα της Αυστραλίας. Ένα πακέτο τσιγάρα στην Αυστραλία κόστιζε το 2022 κατά μέσο όρο πάνω από 27 ευρώ ενώ στη Γερμανία ήταν γύρω στα 7. «Γνωρίζουμε ότι οι υψηλές τιμές σημαίνουν λιγότερους καπνιστές», δήλωσε ο Ρούντιγκερ Κρεχ, διευθυντής του ΠΟΥ σε θέματα προώθησης υγείας.
Διαφορετικοί νόμοι ανά κρατίδιο
Στο μεταξύ τα κρατίδια έχουν διαφορετικούς κανόνες για το κάπνισμα σε παμπ και εστιατόρια. Στη Βαυαρία, τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία και το Ζάαρλαντ υπάρχει καθολική απαγόρευση του καπνίσματος ενώ άλλα κρατίδια έχουν κάποιες εξαιρέσεις, όπως για παράδειγμα ξεχωριστοί χώροι όπου επιτρέπεται το κάπνισμα. Η Πρωτοβουλία Μη Καπνιστών Γερμανίας διαμαρτύρεται για ένα «συνονθύλευμα κανονισμών». Για τους ίδιους είναι απαραίτητη η αυστηρή απαγόρευση του καπνίσματος σε όλη τη χώρα. Το Γερμανικό Κέντρο Έρευνας Καρκίνου (DKFZ) προειδοποιεί πως οι απρόθυμες λύσεις μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο και τους μη καπνιστές.
Οι τελευταίες στατιστικές δείχνουν πως το ποσοστό των νεαρών καπνιστών στη Γερμανία έχει σημειώσει κατακόρυφη αύξηση. Το 11% των ατόμων ηλικίας 16-29 θεωρούν εαυτούς καπνιστές, ένα ποσοστό που ήταν μόνο 6% το 2020, σύμφωνα με τον γερμανικό όμιλο μέσων ενημέρωσης Funke. «Το γεγονός ότι ιδιαίτερα οι νέοι καπνίζουν όλο και πιο τακτικά είναι ανησυχητικό», λέει ο Μίκαελ Φαλκενστάιν, ειδικός της ασφαλιστικής εταιρείας υγείας KKH για θέματα εθισμού. Ο επίτροπος εθισμού και ναρκωτικών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης Μπούρκχαρντ Μπλίνερτ είναι υπέρ των περαιτέρω διαφημιστικών περιορισμών των προϊόντων καπνού. Όπως αναφέρει, η δωρεάν πώληση ηλεκτρονικών τσιγάρων και ατμιστικών θα πρέπει να ανήκει στο παρελθόν όπως και οι διαφημίσεις σε πινακίδες και οι χορηγίες από τη βιομηχανία καπνού.
Έκκληση του ΠΟΥ να σταματήσουν οι κρατικές επιδοτήσεις
Από την άλλη πλευρά ο ΠΟΥ ζητά να σταματήσουν οι κρατικές επιδοτήσεις για την καλλιέργεια καπνού σε πολλές χώρες. «Ο καπνός ευθύνεται για οκτώ εκατομμύρια θανάτους ετησίως και παρ' όλα αυτά οι κυβερνήσεις από όλο τον κόσμο ξοδεύουν εκατομμύρια για να στηρίξουν τις καπνοκαλλιέργειες», επέκρινε ο επικεφαλής του ΠΟΥ Τέντρος Αντάνομ στη Γενεύη. Θα πρέπει να καλλιεργούνται φυτά που θα καλύψουν τη ζήτηση τροφίμων για τον παγκόσμιο πληθυσμό αντί του καπνού που είναι επιβλαβής τόσο για τους γεωργούς όσο και για τους καπνιστές. Στην έκθεσή του για τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος, ο ΠΟΥ επισημαίνει πως ορισμένες ευρωπαϊκές αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Βόρεια Μακεδονία, είναι μια από τους 20 κορυφαίους εξαγωγείς καπνού στον κόσμο. Η καπνοκαλλιέργεια επιδοτείται με έως και 2.500 δολάρια ανά στρέμμα ενώ το σιτάρι με 269 δολάρια το πολύ. Συνολικά οι καπνοφυτείες καλύπτουν έκταση 32 εκατ. στρεμμάτων σε 124 χώρες παγκοσμίως.
Στη Γερμανία ο μακροχρόνιος αγώνας κατά του καπνίσματος ξεκινά από τις δεκαετίες του 1970 και 1980, όταν σταδιακά τα τσιγάρα δεν θεωρούνταν πλέον είδη απόλαυσης αλλά επικίνδυνα για την υγεία. Ως αποτέλεσμα μειώθηκε σταδιακά η περιεκτικότητά τους σε επικίνδυνα συστατικά, ιδιαίτερα σε πίσσα αλλά και νικοτίνη. Τότε ξεκίνησε ένας σταδιακός περιορισμός των διαφημίσεων στα ΜΜΕ, ενώ οι αυτόματοι πωλητές τσιγάρων στους δρόμους δειλά-δειλά εξαφανίζονταν. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 τέθηκε σε ισχύ η απαγόρευση του καπνίσματος στα αεροπλάνα.
Ο αντικαπνιστικός νόμος, ο οποίος ισχύει από το 2007, έφερε την απαγόρευση του καπνίσματος στους κλειστούς χώρους, ενώ από το 2016 σοκαριστικές εικόνες και προειδοποιήσεις καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της συσκευασίας των τσιγάρων. Ακολούθησαν οι απαγορεύσεις διαφημίσεων καπνού και ηλεκτρονικών τσιγάρων που περιέχουν νικοτίνη στα έντυπα μέσα και εν συνεχεία στο Διαδίκτυο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Επιμέλεια: Ιωσηφίνα Τσαγκαλίδου