O περιορισμός της ευημερίας στοιχίζει στον Ερντογάν
13 Μαρτίου 2023Η Frankfurter Allgemeine Zeitung εξετάζει πώς ο περιορισμός της ευημερίας των Τούρκων πολιτών βλάπτει τις εκλογικές πιθανότητες του Ερντογάν. «Το κόμμα του προέδρου Ερντογάν θα δυσκολευτεί στις εκλογές της 14ης Μαΐου ανεξαρτήτως της διαχείρισης των καταστροφικών σεισμών. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού διαμαρτυρόταν για τη μείωση της αγοραστικής του δύναμης ήδη πριν από την καταστροφή. Παρ’ ότι η τουρκική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 11% το 2021 και κατά 5,6% το 2022, πολλοί γίνονται και πάλι φτωχότεροι. Για πολλά χρόνια, η αυξανόμενη ευημερία είχε φέρει στο ΑΚΡ επαναλαμβανόμενες εκλογικές επιτυχίες. Το κόμμα, το οποίο βρίσκεται στην εξουσία από το 2002, αξίζει τα εύσημα για τη δημιουργία μιας ευρείας μεσαίας τάξης. […] Το κατά κεφαλήν εισόδημα σχεδόν τετραπλασιάστηκε από το 2002 έως το 2013. Στη συνέχεια όμως, παρουσίασε εκ νέου καθοδική πορεία και τον Ιούνιο του 2022, οικονομολόγοι προειδοποιούσαν ότι η ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού απειλούσε να καταστρέψει τη νέα μεσαία τάξη. […] Ακόμη, το 2003, το 42% του πληθυσμού ζούσε σε συνθήκες φτώχειας. Στη συνέχεια, οι επιτυχημένες οικονομικές πολιτικές του AKP οδήγησαν σε σταδιακή μείωση της φτώχειας, φτάνοντας μέχρι και στο 11%, ωστόσο αυτή τη στιγμή βρίσκεται ξανά στο 20%».
Εν μέσω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι Τούρκοι πολίτες, η εφημερίδα της Φρανκφούρτης σχολιάζει πως «όπως ακριβώς οι Τούρκοι είχαν ταυτίσει την αυξανόμενη ευημερία τους με την κυβέρνηση Ερντογάν όλα αυτά τα χρόνια, έτσι και τώρα κατηγορούν το κυβερνών κόμμα AKP για τη μείωσή της. Επιπλέον, δεδομένου ότι ο Ερντογάν έχει συγκεντρώσει όλη την εξουσία στα χέρια του από το 2018 με την εισαγωγή του προεδρικού συστήματος, η κριτική στρέφεται κυρίως εναντίον του. […] Την ίδια στιγμή που η οικονομική πολιτική έχει γίνει η αχίλλειος πτέρνα του Ερντογάν, η αντιπολίτευση διαθέτει διεθνούς φήμης οικονομολόγους στις τάξεις της». Το γερμανικό μέσο καταλήγει πως «για την επίτευξη της οικονομικής ανάπτυξης, θα πρέπει πρώτα να εκπληρωθούν οι θεσμικές προϋποθέσεις, δηλαδή ασφάλεια δικαίου, μια υπεύθυνη κυβέρνηση και διαφανής ρύθμιση των αγορών. Και όλα αυτά έχουν επιδεινωθεί στην Τουρκία».
Ο Μακρόν δοκιμάζει τα όρια της δύναμής του
Η γαλλική Γερουσία ενέκρινε τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης Μακρόν. Καθώς η συζήτηση στην Εθνοσυνέλευση έληξε χωρίς ψηφοφορία, πρόκειται τώρα να συσταθεί Μεικτή Επιτροπή των δύο κοινοβουλευτικών σωμάτων, η οποία θα συμφωνήσει σε ένα συμβιβαστικό κείμενο, το οποίο θα περάσει και από τα δύο σώματα εκ νέου. «Στην κοινοβουλευτική διαμάχη, η γαλλική κυβέρνηση πέτυχε μια πρώτη νίκη», σχολιάζει η tageszeitung. «Ενώ η κυβέρνηση μπορεί να υπολογίζει στη στήριξη της Γερουσίας όμως, η ισορροπία δυνάμεων στην Εθνοσυνέλευση είναι πολύ αβέβαιη. Πάντως, λόγω της επείγουσας διαδικασίας με την οποία η κυβέρνηση ασκεί χρονική πίεση στους βουλευτές, οι βουλευτές και οι γερουσιαστές έχουν προθεσμία μόνο μέχρι τις 26 Μαρτίου για τις συζητήσεις τους και την τελική ψηφοφορία. Εάν το κοινοβούλιο δεν εγκρίνει το νομοσχέδιο μετά από 50 ημέρες το πολύ, η διαδικασία αυτή επιτρέπει στην κυβέρνηση να θέσει σε ισχύ τη μεταρρύθμισή της με διαταγμα. Αυτό δεν ακούγεται πολύ δημοκρατικό, όμως το Σύνταγμα παρέχει αρκετά νομικά μέσα στην εκτελεστική εξουσία να κυβερνά και να υπαγορεύει τους νόμους της χωρίς να εμποδίζεται από τις κοινοβουλευτικές αντιρρήσεις».
Κατά την taz, «τα συνδικάτα και η αριστερά απέχουν πολύ από το να ηττηθούν, έχοντας αυξήσει την πίεση στην κυβέρνηση με πιο σκληρές δράσεις και εντυπωσιακές κινητοποιήσεις την τελευταία εβδομάδα». Όμως, «ο Μακρόν φαίνεται να επιθυμεί να δοκιμάσει μέχρι τέλους τα όρια της δύναμής του, παρ’ όλο που γνωρίζει ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών απορρίπτει τη μεταρρύθμιση και υποστηρίζει τις διαδηλώσεις. […] Ο Μακρόν προφανώς αναμένει ότι, μετά από εβδομάδες διαμαρτυριών, ο κόσμος θα παραιτηθεί και οι απεργοί απλώς θα ξεμείνουν από χρήματα. Όμως θα μπορούσε και να προκληθεί περαιτέρω κλιμάκωση της σύγκρουσης».
Σημείο καμπής η επανεκλογή του Σι Zινπίνγκ
Ο Σι Ζινπίνγκ εξελέγη για τρίτη φορά πρόεδρος της Κίνας και από τους 2.952 αντιπροσώπους του Λαϊκού Κογκρέσου. «Οι περισσότεροι Κινέζοι δέχθηκαν την απόφαση με τη μεγαλύτερη δυνατή αδιαφορία, δεν μπορούν να κάνουν τίποτα γι' αυτό ούτως ή άλλως», γράφει η Süddeutsche Zeitung. «Για τον Σι Ζινπίνγκ, ο τίτλος του προέδρου δεν έχει σχεδόν καμία σημασία - τον χρειάζεται μόνο για να γίνεται δεκτός με αξιοπρέπεια στο εξωτερικό ως επίσημος επισκέπτης. Αντλεί την εξουσία του από το προεδρείο του Κ.Κ. και έχει επίσης στη διάθεσή του τα στρατεύματα της Κίνας, τα οποία δεν τελούν υπό τον έλεγχο του κράτους ή ενός κοινοβουλίου, αλλά του κόμματος. Ωστόσο, η επανεκλογή του σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής. Ο Σι έχει υπονομεύσει τα διδάγματα που είχαν αντλήσει οι προκάτοχοί του από την απολυταρχία του Μάο Τσετούνγκ. Η αρχή της συλλογικής ηγεσίας και των τακτικών αλλαγών στην εξουσία δεν ισχύει πλέον, οι ανταγωνιστικές παρατάξεις έχουν συντριβεί. Η ισόβια διακυβέρνηση αυξάνει τον κίνδυνο πολιτικών λαθών και αποδυναμώνει την καινοτόμο δύναμη που τόσο απεγνωσμένα χρειάζεται το Πεκίνο».
Η SZ εκτιμά πως «αυτή τη στιγμή, ακόμη κι αν κάτι τέτοιο δεν είναι ορατό, η χώρα βρίσκεται σε ταραχώδη νερά. Αυτό είναι πιθανότερο να φανεί στην οικονομία, όπου η εμπιστοσύνη πολλών επιχειρήσεων έχει καταστραφεί». Όσον αφορά στην εξωτερική πολιτική, ο πρόεδρος της Κίνας πρόκειται να συνεχίσει την επιθετική τακτική του:«απευθυνόμενο ιδίως στον παγκόσμιο Νότο, όπου πολλά κράτη επιθυμούν την άμεση λήξη του πολέμου στην Ουκρανία ανεξαρτήτως έκβασης, το Πεκίνο υπόσχεται οικονομική ανάπτυξη χωρίς πολιτικές προϋποθέσεις. Το γεγονός ότι ο Σι είναι ικανός για μεγάλες διπλωματικές επιτυχίες αποδεικνύεται από τη συμφωνία που επετεύχθη την Παρασκευή μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας για την επανέναρξη των διπλωματικών σχέσεων».
Γιώργος Πασσάς