Αναθεώρηση του νόμου περί λοιμώξεων λόγω πανδημίας
6 Νοεμβρίου 2020Σε πολλές περιπτώσεις τους τελευταίους μήνες γερμανικά δικαστήρια έχουν ακυρώσει μέτρα που είχαν επιβληθεί από κρατίδια και τοπικές αρχές για να περιοριστεί η εξάπλωση του κορωνοϊού. Αιτία αυτής της κατάστασης είναι ότι ο ισχύοντας νόμος για τη προστασία από λοιμώξεις αρκείται σε μια γενική διάταξη, δεν αποσαφηνίζει τα προστατευτικά μέτρα, και συνεπώς αφήνει μεγάλα περιθώρια ερμηνείας στα δικαστήρια. Προκειμένου να θωρακιστεί νομικά η επιβολή περιορισμών σε περίπτωση πανδημίας τα γερμανικά κυβερνητικά κόμματα κατέθεσαν σχέδιο τροποποίησης του υπάρχοντος νόμου το οποίο συζητήθηκε σήμερα στη βουλή.
Συγκεκριμενοποίηση των μέτρων
Στο σχέδιο αναφέρει ως όριο για την επιβολή πρώτων περιορισμών τα 35 νέα κρούσματα ανά 100.000 κατοίκους εντός επτά ημερών και αυστηρότερα μέτρα όταν ξεπερνούνται τα 50 νέα κρούσματα. Τα μέτρα τίθενται σε ισχύ είτε σε τοπικό, είτε σε περιφερειακό, είτε σε εθνικό επίπεδο. Το νομοσχέδιο καταγράφει σχεδόν το σύνολο των μέτρων που έχουν ληφθεί κατά καιρούς στο διάστημα της πανδημίας – από τον περιορισμό επαφών σε ιδιωτικούς και δημόσιος χώρους και τη χρήση μάσκας ως την απαγόρευση πάσης φύσεως εκδηλώσεων, διανυκτερεύσεων σε ξενοδοχεία όπως και την επιβολή ταξιδιωτικών περιορισμών. Στην συζήτηση στη βουλή τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με εξαίρεση το εθνικιστικό AfD, εξέφρασαν μεν κατανόηση για τα μέτρα, αλλά κατηγόρησαν την κυβέρνηση πως κατά αυτό τον τρόπο θέλει εκ των υστέρων να νομιμοποιήσει τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν. Αναμένεται ότι την άλλη εβδομάδα η γερμανική βουλή θα ψηφίσει το νομοσχέδιο.
Πάντως, η πλειοψηφία των Γερμανών εξακολουθεί να στηρίζει τα περιοριστικά μέτρα. Σε νεότερη δημοσκόπηση του ινστιτούτου dimap, το 56% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζει «λογικό» το μερικό lockdown που ισχύει όλο το μήνα Νοέμβριο, το 16% θα ήθελε αυστηρότερα μέτρα και ένα 24% θεωρεί ότι είναι «υπερβολικά». Σύμφωνα με σημερινή ανακοίνωση του κρατικού ινστιτούτου λοιμωξιολογίας Ρόμπερτ Κοχ ο αριθμός των νέων κρουσμάτων σε ημερήσια βάση έχει ξεπεράσει με 21.506 περιπτώσεις κάθε προηγούμενο.
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο